«Οι γυναίκες αυτές υποφέρουν σιωπηλά, γίνονται παθητικές, δύσκολα αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως θύμα ή συνειδητοποιούν το ίδιο το πρόβλημα και ακόμη πιο δύσκολα κάνουν κάτι για αυτό. Συνήθως αυτοενοχοποιούνται στην προσπάθειά τους να καλύψουν τον θύτη, πολύ περισσότερο όταν αυτός είναι ο ίδιος τους ο γιος».
Η Εύη Μινατσή, κοινωνιολόγος-εγκληματολόγος στο Συμβουλευτικό Κέντρο Γυναικών του Δήμου Ρόδου αναφέρεται στις περιπτώσεις γυναικών – θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, ηλικίας άνω των 60 ετών, που επιλέγουν να μη μιλήσουν ανοιχτά για τα όσα συμβαίνουν μέσα στο σπίτι τους. Η βία μένει καλά κρυμμένη σε μια κλειστή κοινωνία, όπως αυτής ενός νησιού, και ακόμη βαθύτερα κρυμμένη όταν διαρρηγνύει τη σχέση μιας μητέρας με το παιδί της.
Μόλις το 6% των θυμάτων βίας που έχει υποστηρίξει το Συμβουλευτικό Κέντρο Γυναικών του Δήμου Ρόδου τα τελευταία 11 χρόνια ειναι άνω των 60 ετών.
«Οι γυναίκες αυτές είναι δέσμιες των κοινωνικών αντιλήψεων σχετικά με τον θεσμό της οικογένειας και τον ρόλο που διαδραματίζει η μητέρα σε αυτόν, φοβούμενες την κοινωνική κατακραυγή και τον στιγματισμό τους από το συγγενικό και το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Συχνά, επικρατεί η αντίληψη ότι η “διατήρηση της οικογένειάς τους” είναι πιο σημαντική από την προσωπική τους ασφάλεια», λέει η κ. Μινατσή, προσθέτοντας πως -όπως σε όλες τις περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας- «οι πατριαρχικές νοοτροπίες συχνά ενισχύουν την ιδέα ότι αυτή αποτελεί “οικογενειακή υπόθεση” και όχι δημόσιο ζήτημα».
Ολοι αυτοί οι λόγοι μοιάζουν να εξηγούν το χαμηλό ποσοστό στις γυναίκες μεγαλύτερων ηλικιών, θυμάτων βίας, που απευθύνονται τα τελευταία 11 χρόνια στο Συμβουλευτικό Κέντρο Γυναικών του νησιού. Σύμφωνα με τα στοιχεία του δήμου Ρόδου, μέσα σε 11 χρόνια, από τον Δεκέμβριο του 2013 μέχρι σήμερα, το Κέντρο έχει υποστηρίξει συνολικά 732 γυναίκες θύματα βίας, από τις οποίες το 5,3% προέρχεται από την ηλικιακή ομάδα 56-60 και το 6% από την ηλικιακή ομάδα άνω των 60.
Τα δύο τελευταία χρόνια, πάντως, καταγράφεται μία αυξητική τάση -η οποία όπως πιστεύεται οφείλεται στις καμπάνιες ενημέρωσης και στην εκτεταμένη δημοσιότητα που λαμβάνουν τέτοια περιστατικά- με το ποσοστό των περιστατικών σε αυτές τις ηλικίες να αγγίζει το 9,2% το 2023 και το 9,6% το 2024. Τα μισά από αυτά, επισημαίνουν τα στελέχη του Κέντρου, αφορούν μητέρες – θύματα βίας από τους ενήλικους γιους τους, ενώ τα άλλα μισά από τους συζύγους ή τους συντρόφους τους.
Οικονομική εξάρτηση από τον θύτη
«Οι γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας που απευθύνονται σε εμάς, μάς αναφέρουν ότι έχουν δεχθεί ψυχολογική, σωματική, λεκτική, σεξουαλική ή και οικονομική βία και αναζητούν συμβουλευτική υποστήριξη», λέει η Θεανώ Χρυσού, κοινωνική λειτουργός στο Συμβουλευτικό Κέντρο της Ρόδου.
«Σε πολλές περιπτώσεις, οι γυναίκες θύματα βίας της τρίτης ηλικίας εξαρτώνται οικονομικά από τον σύζυγο, τον σύντροφο ή τον γιο τους. Για παράδειγμα, βασίζονται στη σύνταξη και τα εισοδήματα του συζύγου, σε κοινά οικογενειακά επιδόματα ή στην οικονομική βοήθεια από τα ενήλικα παιδιά τους. Σε συνδυασμό με τη μακροχρόνια αποχή τους από την εργασία ή την παντελή έλλειψη εργασιακής εμπειρίας ενισχύεται ακόμη περισσότερο η οικονομική εξάρτησή τους από τον θύτη, με αποτέλεσμα αυτή να γίνεται “εργαλείο ελέγχου” και να μην φτάνει ως την καταγγελία», προσθέτει η ίδια.
Οταν ο θύτης είναι το το ίδιο το παιδί της
Η κακοποίηση μιας ηλικιωμένης γυναίκας από το παιδί της είναι μία εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση που απαιτεί ευαισθησία, κατανόηση και στοχευμένη παρέμβαση, λένε οι κοινωνικοί λειτουργοί. Στο Συμβουλευτικό Κέντρο της Ρόδου, η επιστημονική ομάδα εξηγεί στην «Κ» τον δύσκολο ρόλο της να υποστηρίξει αυτές τις γυναίκες, ώστε να ενδυναμωθούν και να ανακτήσουν τον έλεγχο στη ζωή τους.
«Η μητρική αγάπη και το αίσθημα ευθύνης προς το παιδί συνήθως την κάνουν να δικαιολογεί τη συμπεριφορά του ή να ελπίζει ότι θα αλλάξει. Διστάζει να καταγγείλει την κακοποίηση γιατί φοβάται τον στιγματισμό της ίδιας, αλλά και του παιδιού της από την κοινωνία, όταν θα μαθευτεί η κατάσταση που βιώνει», μάς λέει η ψυχολόγος του Κέντρου, Δέσποινα Φακιδαράκη.
Σε αρκετές από τις περιπτώσεις που έρχονται στο φως, το παιδί που ασκεί βία προς τη μητέρα του μπορεί να αντιμετωπίζει προβλήματα εθισμού ή ψυχικής ασθένειας.
«Αυτό μπορεί να κάνει τη μητέρα να ανησυχεί ότι με την απομάκρυνσή του από κοντά της, θέτει τη ζωή του σε πιο ευάλωτη κατάσταση. Ας μην παραβλέπουμε και το γεγονός ότι πολλές φορές ο θύτης ενδέχεται να είναι το ίδιο άτομο με τον φροντιστή της ηλικιωμένης γυναίκας, οπότε αυτό ενδέχεται να κάνει ακόμη δυσκολότερη την καταγγελία», τονίζει η ίδια.
«Ο πραγματικός αριθμός είναι πολύ σκοτεινός»
Το στερεότυπο της ηλικίας αποτελεί ένα ακόμη ζήτημα που συμβάλλει στην απομόνωση αυτών των περιπτώσεων θυμάτων βίας. Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο έντονο στην περίπτωση της περιορισμένης προσβασιμότητας σε μετακινήσεις ή σε δομές κοινωνικής στήριξης, αλλά και στην αδυναμία αναζήτησης της πληροφορίας μέσω της τεχνολογίας.
«Ο πραγματικός αριθμός αυτών των περιπτώσεων είναι πολύ “σκοτεινός”», λέει στην «Κ» η Χριστίνα Καραγιάννη, κοινωνιολόγος και αναπληρώτρια προϊσταμένη στη Διεύθυνση Κοινωνικής Πολιτικής και Υγείας του Δήμου Ρόδου, προσθέτοντας στη συζήτηση έναν ακόμη παράγοντα κακοποίησης που υφίστανται οι ηλικιωμένοι, σε αυτήν την περίπτωση, ανεξαρτήτως φύλου. «Από την πανδημία και μετά διαπιστώσαμε ότι αυξήθηκαν τα ευάλωτα νοικοκυριά και τα άτομα που χρήζουν βοήθειας. Βρήκαμε ηλικιωμένους σε άσχημες καταστάσεις, αφημένους από τα παιδιά τους, που και αυτό συνιστά ένα είδος κακοποίησης, και προσπαθήσαμε να τούς βοηθήσουμε με προγράμματα όπως το “Βοήθεια στο Σπίτι”».
Τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας είναι περισσότερο ευάλωτα, δυσκολεύονται να πάρουν αποφάσεις, δεν μπορούν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, ούτε να διαμαρτυρηθούν. Για αυτές τις περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας θα πρέπει να δοθεί μια μεγαλύτερη βαρύτητα με τη δημιουργία μιας ξεχωριστής δομής.
Η κ. Καραγιάννη αναφέρεται στη βαρύτητα που έχει δώσει ο δήμος στις κοινωνικές υπηρεσίες με τη δημιουργία δομών όπως ο ξενώνας φιλοξενίας γυναικών θυμάτων βίας, ωστόσο εξηγεί ότι το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί περισσότερο αποτελεσματικά, εφόσον εξειδικευτεί. «Τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας είναι περισσότερο ευάλωτα, δυσκολεύονται να πάρουν αποφάσεις, δεν μπορούν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, ούτε να διαμαρτυρηθούν. Για αυτές τις περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας θα πρέπει να δοθεί μια μεγαλύτερη βαρύτητα με τη δημιουργία μιας ξεχωριστής δομής».
Διπλασιάστηκαν μέσα σε έναν χρόνο οι καταγγελίες
Μέχρι σήμερα η κατηγορία των ηλικιωμένων γυναικών που έχουν δεχθεί βία είτε από τον σύζυγο είτε από το παιδί τους αντιμετωπίζεται καθολικά, όπως σε κάθε άλλη περίπτωση γυναικών που υφίστανται ενδοοικογενειακή βία. Τα θύματα έχουν τη δυνατότητα να απευθύνονται στη «Γραμμή SOS 15900» και στα εξειδικευμένα συμβουλευτικά κέντρα ώστε από εκεί, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, να παραπέμπονται στους ξενώνες φιλοξενίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν από τη Γενική Γραμματεία Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας στις 25 Νοεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, το 2024 συνολικά 184 γυναίκες -θύματα ενδοοικογενειακής βίας- άνω των 65 ετών κάλεσαν στη Γραμμή SOS (ποσοστό 4% των κλήσεων), ενώ ο αντίστοιχος αριθμός το 2023 ήταν 187 γυναίκες (5%).
Στα 44 Συμβουλευτικά Κέντρα της χώρας, το 2024 απευθύνθηκαν 348 γυναίκες άνω των 60 ετών (ποσοστό 10% επί του συνόλου), ενώ το 2023 ο αριθμός αυτός ήταν 386 (8% επί του συνόλου). Στους 20 Ξενώνες Φιλοξενίας ανά την Ελλάδα, φέτος παραπέμφθηκαν από τα Συμβουλευτικά Κέντρα 23 γυναίκες άνω των 60, (ποσοστό 9%) και το 2023, 20 γυναίκες (7%).
Επτά στις 10 ηλικιωμένες γυναίκες που παραπέμφθηκαν στους ξενώνες φιλοξενίας της Γενικής Γραμματείας Ισότητας ήταν άνεργες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατάσταση απασχόλησης των γυναικών που παραπέμφθηκαν στους ξενώνες φιλοξενίας, από τον Ιανουάριο έως τον Σεπτέμβριο του 2024, καθώς όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Ισότητας, το 72% του συνόλου των περιπτώσεων ήταν άνεργες.
Πάντως, στα αντίστοιχα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας, τα νούμερα που αφορούν καταγγελίες είναι πιο υψηλά και μάλιστα μέσα σε έναν χρόνο φαίνεται ότι αυτές διπλασιάστηκαν. Είναι ενδεικτικό ότι το πρώτο δεκάμηνο του 2024 στις αστυνομικές υπηρεσίες της χώρας καταγγέλθηκαν συνολικά 1.858 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας με θύματα γυναίκες άνω των 60 ετών, όταν τα ίδια περιστατικά για το αντίστοιχο δεκάμηνο του 2023 ήταν 903.
Το τρέχον Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα των Φύλων ολοκληρώνεται το 2025 και σε αυτήν τη μεταβατική περίοδο το αρμόδιο Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας καλείται να αποφασίσει τις δράσεις που θα εντάξει στο νέο πενταετές Σχέδιο, με αφετηρία το 2026.
«Θέλουμε το επόμενο διάστημα να στρέψουμε το ενδιαφέρον μας σε αυτήν την κατηγορία των γυναικών θυμάτων βίας, ώστε να τούς παρέχουμε υπηρεσίες που θα λαμβάνουν υπόψη όλο αυτό το εύρος της ευαλωτότητας σε αυτές τις ηλικίες», λέει στην «Κ» η Αγγελική Παπάζογλου, προϊσταμένη Διεύθυνσης Κοινωνικής Προστασίας και Συμβουλευτικών Υπηρεσιών στη Γενική Γραμματεία Ισότητας, εξηγώντας το σκεπτικό πίσω από αυτήν την πρόθεση. «Οι γυναίκες σε κάθε βίαιη σχέση αισθάνονται εγκλωβισμένες για κοινωνικούς, οικονομικούς και συναισθηματικούς λόγους. Για τις ηλικιωμένες γυναίκες, όλοι αυτοί οι λόγοι είναι πολλαπλάσιοι».
Ηδη από το 2025, η προσπάθεια να προβληθεί αυτό το φαινόμενο, ώστε να παροτρυνθούν οι ηλικιωμένες γυναίκες να μιλήσουν για τη βία που δέχονται, θα εντατικοποιηθεί.
Αυτό προαναγγέλλει μέσω της «Κ» η Κατερίνα Πατσογιάννη, Γενική Γραμματέας Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, τονίζοντας ότι το φαινόμενο υπερήλικες γυναίκες/μητέρες – θύματα ενδοοικογενειακής βίας είναι υπαρκτό, αλλά συνήθως όχι ορατό.
«Η Γραμμή SOS είναι στη διάθεση όλων και φυσικά των ηλικιωμένων γυναικών που δέχονται βία να καλέσουν οποιαδήποτε στιγμή για να μιλήσουν ανώνυμα με ένα από τα εξειδικευμένα στελέχη της Γραμμής. Παροτρύνουμε ακόμη κι ένα τρίτο πρόσωπο να πάρει την πρωτοβουλία και να επικοινωνήσει, ώστε λαμβάνοντας την κατάλληλη πληροφόρηση να βοηθήσει να ανακουφιστεί μια γυναίκα η οποία κακοποιείται», καταλήγει η κ. Πατσογιάννη.
Εικονογράφηση: Loukia Kattis